18 Ιουλίου 2014

Στο Εργαστήρι του Δόκτορα Καλιγκάρι...






Καθώς ξημέρωνε η δεκαετία του 1920, κι ενώ σκόρπιζαν ακόμα οι στάχτες του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, μια ζωηρή ανησυχία είχε κατακλύσει τα δημιουργικά ευρωπαϊκά στρώματα. Ο κινηματογράφος είχε μόλις διανύσει το παιδικό του στάδιο και εισερχόταν σε μια ξέφρενη εφηβεία. Τότε ήταν που αντήχησε, σα φτερούγισμα νυχτερίδων πάνω από την πόλη, το κίνημα του Γερμανικού Εξπρεσιονισμού.

Αντλώντας στοιχεία από τον ζωγραφικό εξπρεσιονισμό και τη βαθιά υποκειμενικότητά του, η κινηματογραφική του εκδοχή φάνταζε βγαλμένη από κάποιο παράξενο όνειρο – από εκείνα που θυμόμαστε αμυδρά όταν ξυπνάμε το πρωί... Τινάσσουμε το κεφάλι μας και το όνειρο σκορπά, σαν ένα ομιχλώδες πέπλο που καλύπτει τη μνήμη μας. Ένα πέπλο που, για κάποιο λόγο, φοβόμαστε να σηκώσουμε.

Φοβόμαστε μήπως αποκαλύψουμε τα τέρατα που κρύβονται από κάτω.

Ταινία-σταθμός στην ιστορία του Γερμανικού Εξπρεσιονισμού ήταν το “Εργαστήρι του Δόκτορα Καλιγκάρι” [“Das Cabinet des Dr. Caligari”], σε σκηνοθεσία Robert Wiene, του 1920. Πέρα από το γεγονός πως υπήρξε ένα από τα επιδραστικότερα φιλμ όλων των εποχών, ο “Καλιγκάρι” ουσιαστικά αποτελεί μια ματιά στα άδυτα του γερμανικού συλλογικού πνεύματος της εποχής του (το πνεύμα των καιρών, το λεγόμενο “Zeitgeist”). Σε μια εύθραυστη Δημοκρατία της Βαϊμάρης, κατόπιν της ταπείνωσης της Γερμανίας στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, ο γερμανικός εξπρεσιονισμός αντανακλούσε όσο τίποτα άλλο τη σύγχυση των καιρών, το αναδυόμενο άγχος, την ανάγκη του μέσου ατόμου να σπάσει τα δεσμά δυνάμεων που αδυνατούσε να ορίσει – καθώς και τις σκιές που είχαν αρχίσει να μαζεύονται, σκιές που, μια δεκαετία μετά, θα κατέκλυζαν τη χώρα και τον κόσμο...

Μια δεκαετία μετά τα τέρατα θα έσκιζαν το κινηματογραφικό πανί και θα ξεχύνονταν απέξω... Το όνειρο θα γινόταν εφιάλτης και ο εφιάλτης πραγματικότητα.






Φλας Μπακ σ' ένα συλλογικό Όνειρο


Ο “Καλιγκάρι” ξεκινάει με την αφήγηση του κεντρικού χαρακτήρα, Φράνσις, μιας περιπέτειας που έζησε πρόσφατα, σε μορφή φλας-μπακ. Κατευθυνόμαστε σε μια παράξενη γερμανική πολιτεία, τη Holstenwall, που μοιάζει βγαλμένη από κάποιο μεσαιωνικό παραμύθι, και στην οποία διεξάγεται ένα πανηγύρι. Ο Φράνσις πηγαίνει εκεί παρέα μ' ένα φιλαράκι του. Ανάμεσα στα αξιοθέατα του πανηγυριού είναι κι ένας παράξενος γιατρός, ο οποίος ισχυρίζεται πως είναι ικανός να συντηρεί εξ' ολοκλήρου ένα ανθρώπινο ον, δια του υπνωτισμού. Ο γιατρός είναι ο δόκτωρ Καλιγκάρι και το ον – που θυμίζει περισσότερο ζόμπι παρά άνθρωπο – είναι ο “υπνοβάτης”, ο Τσεζάρε. Ο Τσεζάρε μιλάει ελάχιστα, το πρόσωπό του μοιάζει με νεκρού και κοιμάται σ' ένα φέρετρο. Υποτίθεται κατέχει μαντικές ικανότητες. Κάθε πρόβλεψή του, σύμφωνα με τον Καλιγκάρι, γίνεται αληθινή.

Κατά τη διάρκεια της επίδειξης, μεταξύ σοβαρού κι αστείου, ο φίλος του Φράνσις ρωτάει τον Τσεζάρε πόσο καιρό του μένει (σε αυτόν, το φίλο του Φράνσις) να ζήσει ακόμα. Ο Τσεζάρε, το βλέμμα του απλανές, απαντάει αργά: “θα πεθάνεις το επόμενο πρωί”.

…Κάπως έτσι ξεκινάει η ιστορία, στην οποία περιπλέκονται ο φόνος, η τρέλα και ο έρωτας. Μα περισσότερο και απ' το σενάριο, το στοιχείο εκείνο που καταξίωσε το φιλμ και καθιέρωσε το στυλ του γερμανικού εξπρεσιονισμού ήταν το καλλιτεχνικό ντεκόρ: Έντονα παραμορφωμένα κτίρια. Απότομες, αφιλόξενες γωνίες, σε δρόμους, πόρτες, παράθυρα. Σκιές ζωγραφισμένες στους τοίχους. Μια αρχιτεκτονική εξωπραγματική, που φαντάζει βγαλμένη από κάποιον εφιάλτη. Έντονες αντιθέσεις σκιάς και φωτός, ένας πόλεμος ανάμεσα στα άκρα. Πόλεμος στον οποίο δεν υπάρχει νικητής, ένα σπίτι με πόρτες που οδηγούν όλο βαθύτερα, όλο χαμηλότερα στα άδυτα του ασυνείδητου, εκεί που δεν υπάρχει πια έξοδος.






Τον καιρό που η ψυχανάλυση υποσχόταν να απαλλάξει τον άνθρωπο από τα δεσμά των υποσυνείδητων ορμέφυτών του, ο γερμανικός εξπρεσιονισμός του υπενθύμιζε εκείνο που τόνιζε ο Φρόυντ (και, πριν από τον Φρόυντ, ο Νίτσε): το Εγώ δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου. Η συνείδηση δεν είναι παρά μια επιφάνεια. Στο βάθος όμως, κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, δεσπόζουν υποσυνείδητες οροσειρές. Βουνά πελώρια, σκοτεινά. Βουνά με κορυφές απότομες, γωνιώδεις, όμοιες με τις απότομες γωνίες των κτιρίων στον “Καλιγκάρι”. Ο Εξπρεσιονισμός δεν σου έδειχνε τον κόσμο “όπως ήταν” – βρισκόταν στον αντίποδα του Ρεαλισμού. Ο Εξπρεσιονισμός σου φανέρωνε την ατομική ψυχή, στην απόλυτα υποκειμενική της διάσταση, φτάνοντας ως τα χαώδη βάθη της.

Μα το κίνημα του Γερμανικού Εξπρεσιονισμού πηγαίνει ακόμα παραπέρα. Τα σκοτεινά και αντιφατικά σκηνικά που βλέπουμε στον “Καλιγκάρι” δεν συνιστούν μονάχα την αντανάκλαση του ιδιαίτερου ψυχισμού ενός ανθρώπου – αλλά και μιας ολόκληρης εποχής, μιας εποχής κι ενός λαού σε αναζήτηση ταυτότητας.

Ο Γερμανικός Εξπρεσιονισμός θα επέκτεινε την ιδιαίτερη αυτή τεχνοτροπία του με έργα όπως (παραπέμπω τους αγγλικούς τίτλους) ο “Nosferatu”, “The Gollem”, “Dr. Mabuse”, “The Phantom” και “The Last Laugh”, ενώ σκηνοθέτες όπως ο Fritz Lang (ο οποίος είχε επιλεγεί αρχικά και για το “Caligari” και συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωσή του) και ο F. W. Murnau θα αναδεικνύονταν στους επιδραστικότερους του είδους.






Μα ο “Καλιγκάρι” ξεχωρίζει για έναν ακόμα λόγο: υπήρξε το πρώτο φιλμ στην ιστορία που έκανε χρήση του περίφημου “twist ending” - το φινάλε που δε περιμένεις να δεις και ανατρέπει όλα τα δεδομένα της ιστορίας. Και ειδικά για το φινάλε του “Καλιγκάρι” έγιναν πολλές συζητήσεις και παραμένει ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα στην ιστορία των φιλμ, κυρίως λόγω των κοινωνικών του προεκτάσεων, μα και εξαιτίας του γεγονότος πως προστέθηκε εκ των υστέρων – δεν ανήκε στις αρχικές προθέσεις των δημιουργών, μα εντάχτηκε στο έργο μετά από απαίτηση των παραγωγών. Κάτι που μεταμόρφωσε εντελώς τη ταινία, δίνοντάς της ένα εντελώς διαφορετικό νόημα από εκείνο που φαινόταν να έχει αρχικά.

ΠΡΟΣΟΧΗ, διαβάστε την επόμενη ενότητα αν έχετε ήδη δει το φιλμ και γνωρίζετε το τέλος, ή αν σας ενδιαφέρει να το μάθετε ούτως ή άλλως και δε σας ενοχλούν τα spoiler.

Αλλιώς προσπεράστε κατευθείαν στον επίλογο. (μεταξύ μας πάντως, το επόμενο μέρος του κειμένου είναι και το πιο ενδιαφέρον! Δείτε το έργο λοιπόν και επιστρέψτε!)







Το αμφιλεγόμενο φινάλε και οι κοινωνικές προεκτάσεις του



Σύμφωνα με το αυθεντικό σενάριο, μα και με τη ροή του έργου όπως εξελίσσεται στα μάτια μας, ο δόκτωρ Καλιγκάρι συνιστά περίπτωση ψυχοπαθούς γιατρού, ενός μανιακού επιστήμονα, ο οποίος αναθέτει στο όργανο της βούλησής του, τον υπνοβάτη Τσεζάρε, να διαπράττει τα φριχτά του εγκλήματα. Αποδεικνύεται μάλιστα διευθυντής ενός ασύλου, κάτι που ο ήρωας Φράνσις διαπιστώνει με φρίκη: ο διευθυντής του ασύλου αποτελεί ουσιαστικά τον παρανοϊκό εγκέφαλο, τον οργανωτή των εγκλημάτων.

Η εκδοχή αυτή όμως δεν ικανοποίησε τους παραγωγούς. Σε μία από τις ριζικότερες μεταβολές νοήματος στην ιστορία του κινηματογράφου (μια μεταβολή που έμελλε να εμπνεύσει πλήθος σύγχρονων ταινιών), ο ήρωας Φράνσις παρουσιάζεται πως είναι τρόφιμος στο ψυχιατρείο, ενώ ο Καλιγκάρι δεν είναι παρά ο γιατρός του. Όλα όσα είχαμε δει ως τώρα, όλη η ιστορία που ξετυλίχτηκε μπροστά στα μάτια μας (τα εγκλήματα του Καλιγκάρι, η αντίσταση του ήρωα), συνιστούσαν μέρος των παρανοϊκών εμμονών του ήρωα-ασθενή, δημιουργήματα της φαντασίας του. Ένα όνειρο. Σύμφωνα με αυτή την τελική εκδοχή λοιπόν, ο διευθυντής-γιατρός Καλιγκάρι μετατρέπεται στον “καλό” της ιστορίας, και ο ήρωας Φράνσις σε έναν άνθρωπο που χρίζει θεραπείας...

Κάπως έτσι το αντιαυταρχικό και ριζοσπαστικό μήνυμα της αυθεντικής εκδοχής μετετράπη στο ακριβώς αντίθετό του: σε μια συντηρητική, πατερναλιστική αντίληψη που μας δηλώνει πως οι φορείς εξουσίας έχουν δίκιο και γνωρίζουν “τι είναι καλό για μας”. Η κακή διεύθυνση πλέον έγινε καλή διεύθυνση. Κι εσύ που αντιστέκεσαι – είσαι ένας παρανοϊκός.

Υπήρξαν κριτικοί τις επόμενες δεκαετίες που, στο πρόσωπο του Καλιγκάρι, είδαν ίχνη από εκείνο του Χίτλερ. Στην εμμονή του, στην εξουσιαστική μανία του, στα φρικαλέα του εγκλήματα, μα – κυρίως – στην ικανότητά του να υπνωτίζει τον κόσμο – όπως αντίστοιχα ο Χίτλερ υπνώτιζε τις μάζες, απομακρύνοντας κάθε ίχνος λογικής, δίνοντας διέξοδο στις πλέον σκοτεινές πτυχές του συλλογικού ασυνείδητου.

Το βαθιά ανησυχητικό φινάλε του έργου, στο οποίο ο Καλιγκάρι αποδεικνύεται πως είναι ένας “σοβαρός επιστήμονας” που ενδιαφέρεται “για το καλό των ασθενών του”, εντείνει ακόμα περισσότερο τον προβληματισμό μας... Το έργο μετατρέπεται σε σκοτεινό καθρέπτη εκείνων που έμελλε να ακολουθήσουν. Ασυναίσθητα οι δημιουργοί του φώτισαν μία από τις σκοτεινότερες πτυχές της ευρωπαϊκής (όχι μόνο γερμανικής) ψυχής των καιρών τους. Η δεκαετία του 30 ήταν κοντά. Το ίδιο και η συλλογική αποβλάκωση του ναζισμού. Τότε που εκατομμύρια κόσμου είχαν μετατραπεί σε υπνοβάτες, όπως ο Τσεζάρε – και μια χούφτα από «Καλιγκάρι» κινούσαν τα νήματά τους.
 





Επίλογος. Πέρα από τον ύπνο



Σχεδόν έναν αιώνα μετά, το “Εργαστήρι του Δόκτορα Καλιγκάρι” συνιστά ένα από τα εντυπωσιακότερα κινηματογραφικά επιτεύγματα των καιρών του και έργο-ορόσημο για πλήθος ταινιών που ακολούθησαν. Το καλλιτεχνικό του ντεκόρ και η αισθητική του αντίληψη εντυπωσιάζουν ακόμα και σήμερα. Μα στις ονειρώδεις πτυχές της είναι που η ταινία ξεπερνά τα όρια της εποχής της και μετατρέπεται σε σύμβολο. Σύμβολο των δυνάμεων που κρύβουμε μέσα μας. Δυνάμεις φωτεινές. Δυνάμεις σκοτεινές.

Λίγες μέρες πριν, συζητώντας για τον “Μικρό Νέμο” [το κείμενο εδώ], ιχνηλατήσαμε τη φωτεινή, φανταστική πλευρά των ονείρων και του ασυνείδητου. Τώρα όμως γινόμαστε μάρτυρες της άλλης τους όψης – εκείνης που χάνεται στην άβυσσο.

Και όπως η ταινία παρουσίαζε ουσιαστικά δύο διαφορετικά φινάλε, δύο εναλλακτικές εκδοχές, που στέκονταν αντίκρυ η μία στην άλλη – και στο τέλος επικράτησε εκείνη που επιθύμησαν οι παραγωγοί, όχι οι δημιουργοί του έργου... Έτσι κι εμείς με τη σειρά μας μπορούμε να τις κρίνουμε και να επιλέξουμε ανάμεσά τους: να επιλέξουμε ανάμεσα στον εφιάλτη και το όνειρο.

Ή μπορούμε, απλά, να συνεχίσουμε τον ύπνο.


Για περαιτέρω ανάγνωση, μπορείτε να διαβάσετε το αναλυτικό μου αφιέρωμα στον Γερμανικό Εξπρεσιονισμό στον ακόλουθο σύνδεσμο:



© Παρουσίαση: το φονικό κουνέλι, Ιούλιος 2014/18




5 σχόλια:

  1. "Κούνελε".......!!!!! Υποκλίνομαι.......!
    Σαν αναγνώστης σου πραγματικά πήρα τόσα πολλά μέσα από αυτή την συγκλονιστική, δεν θα την έλεγα απλά ανάλυση, αλλά πραγματεία, που δεν γνώριζα και δύσκολα μπορούσα να βρω.
    Φίλε μου είσαι εξαιρετικός, η δουλειά σου είναι πολύ μεγαλύτερη από μια απλή ερασιτεχνική παρουσίαση μιας ταινίας.
    Ειλικρινά δεν έχω ξαναδιαβάσει τέτοιας υποδομής δουλειά για την ταινία αυτή, που αγκαλιάζει ολάκερο το Γερμανικό εξπεριονισμό, που έχω "αγγίξει" και εγώ στο Σινεφίλ σε ξέχωρη παρουσίαση μαζί με τον FR. MURNAU.
    Ευχαριστώ πολύ για τον κόσμο της σκέψης που χάρισες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Περίμενα ομολογώ σχόλιο από σένα Γιάννη, καθώς ασχολείσαι πολύ και εντατικά με τον κόσμο του κινηματογράφου. Φυσικά είναι πολύ ευχάριστο να διαβάζω σχόλια σαν αυτό από κόσμο που γνωρίζει και αγαπάει το συγκεκριμένο αντικείμενο και έχει ψάξει την ιστορία του...

      Νομίζω πως έχω φτάσει σ' ένα στάδιο πλέον, που προσπαθώ να κάνω το καλύτερο δυνατό, για κάθε είδος παρουσίασης... Το απολαμβάνω και χαίρομαι που αποδίδει.

      Να έχεις μια όμορφη νύχτα, φίλε μου, και ένα ακόμα καλύτερο ΣΚ!

      Διαγραφή
    2. Όχι απλά κάνεις το καλύτερο δυνατό αλλά οι παρεμβάσεις σου, σαν αυτή εδώ, Κούνελε, πραγματικά συγκλονίζουν. Ειλικρινά χωρίς ίχνος υπερβολής. Και με έμφαση στο καθεστωτικό γύρισμα της μεγάλης αυτής δημιουργίας αρκεί για να καταλάβει κανείς.
      Καλό βράδυ.

      Διαγραφή
  2. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Να αναφέρω και την επίδραση του γερμανικού εξπρεσσιονισμού στις μετέπειτα γενιές κινηματογραφιστών
    Όπως για παράδειγμα
    "Το νησί των καταραμένων" του Σκορσέζε όπου η ιστορία παρουσιάζει ομοιότητες με αυτή του "Καλιγκάρι"
    Ο χαρακτήρας του "Ψαλιδοχέρη" του Μπάρτον μοιάζει πολύ με τον Τσέζαρε
    Ο "Πιγκουίνος" από τον Μπάτμαν εμφανισιακά μοιάζει με τον "Καλιγκάρι". Ο αδίστακτος επιχειρηματίας στην ίδια ταινία που υποδύεται ο Κρίστοφερ Γουώκεν, φέρει το όνομα Μαξ Σρεκ, που ήταν το όνομα του ηθοποιού που υποδύθηκε τον "Νοσφεράτου" στην ταινία του Μουρνάου

    kinimato-grafo.blogspot.gr

    ΑπάντησηΔιαγραφή